Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020

«Συμβολή Κυπρίων στην Αρχέγονη Εκκλησία και την Κύπρο»

Η Ιερά Αρχιεπισκοπή Μαρωνιτών Κύπρου (Archidioecesis Cyprensis Maronitarum) και το υψηλού επιστημονικού κύρους Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, το οποίο συγκεντρώνει, στην υπηρεσία της έρευνας και της ανώτατης παιδείας, μια ομάδα εκλεκτών Καθηγητών, που έχουν διακριθεί για τη σπουδαιότητα των ερευνών τους στις Θεολογικές, καθώς και στις κοινωνικές, τις ανθρωπιστικές και τις πολιτιστικές επιστήμες.
Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, το Θεολογικό Κέντρο «Άγιος Εφραίμ» της Αρχιεπισκοπής Μαρωνιτών υποδέχθηκε στο βήμα του, τόσο στη Λευκωσία όσο και στην Λεμεσό, τον Καθηγητή και Πρόεδρο του Τμήματος Χρήστο Κ. Οικονόμου. Ο διαπρεπής Καθηγητής των Βιβλικών Σπουδών και συγγραφέας πλειάδας άρθρων και μονογραφιών, μεταξύ των οποίων: «Οι απαρχές του Χριστιανισμού στην Κύπρο», ανέπτυξε το θέμα: «Συμβολή Κυπρίων στην Αρχέγονη Εκκλησία και την Κύπρο».
Τον κ. Οικονόμου υποδέχθηκε και προλόγισε ο Αρχιεπίσκοπος Μαρωνιτών, Δρ Θεολογίας και Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λιβάνου, Ιωσήφ Σουέηφ (Youssef Soueif).
Ο Καθηγητής Οικονόμου έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μεγάλη προσωπικότητα του «Κυπρίου τω γένει» Βαρνάβα, ο οποίος, ως αυθεντικός ερμηνευτής του κηρύγματος των Αποστόλων, έπαιξε ένα ρόλο «υπουργού εξωτερικών», θα λέγαμε», της αρχέγονης Εκκλησίας.
Η πρώτη σημαντική προσφορά του Ιωσήφ – Βαρνάβα προς την Εκκλησία των Ιεροσολύμων ήταν η προσφορά των χρημάτων, που εισέπραξε από το χωράφι που είχε στην πατρίδα του την Σαλαμίνα της Κύπρου, για την ενίσχυση των Αποστόλων και των πρώτων Χριστιανών, οι οποίοι στα Ιεροσόλυμα δεν είχαν την  δυνατότητα οικονομικής συντήρησης και επιβίωσης. Ακολούθως η μεγάλη προσφορά του Ιωσήφ, ο οποίος από τους Αποστόλους ονομάστηκε Βαρνάβας, δηλαδή υιός Παρακλήσεως, ήταν η διαμεσολάβησή του, ώστε ο διώκτης των Χριστιανών Σαούλ να παρουσιαστεί στον κύκλο των Αποστόλων και να τον «επιβάλει» στους χριστιανούς των Ιεροσολύμων, αλλά και σε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο. Ο Βαρνάβας γνώριζε προ πολλού τον Σαούλ ως συμφοιτητής του παρά τους πόδας του γνωστού Νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ. Η συμπόρευσή τους, κατά την Α΄ Αποστολική περιοδεία τους στην Κύπρο και την Μικρά Ασία, είχε ως αποτέλεσμα ο Χριστιανισμός να βγει από τα Ιουδαϊκά πλαίσια και την Παλαιστίνη και να διαδοθεί στους Ελληνιστές Ιουδαίους, οι οποίοι ήταν διασκορπισμένοι στον τότε γνωστό κόσμο. Αποτέλεσμα της ιεραποστολής τους στην Κύπρο ήταν η μεταστροφή του Σέργιου Παύλου στην πρωτεύουσα του νησιού στην Πάφο περί το 45/46 μ.Χ. που είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση της Εκκλησίας της Κύπρου.
Ο κ. Οικονόμου σημείωσε ότι το Ευαγγέλιο στην Κύπρο για πρώτη φορά κηρύχθηκε από τους μαθητές του πρωτομάρτυρα Στεφάνου, μετά  τον θάνατό του και κατά την κλήση και μεταστροφή του Παύλου γύρω στο 34/35 μ.Χ. Στην Α΄ Αποστολική περιοδεία των Βαρνάβα και Παύλου στην Κύπρο και την Μικρά Ασία είχαν ως συνοδό τους τον ανεψιό του Βαρνάβα, τον Ιωάννη – Μάρκο, τον γιο του αδελφού του Βαρνάβα, του Αριστόβουλου, του άνδρα της Μαρίας. Ο Αριστόβουλος ήταν κατά την παράδοση, εκείνος ο οποίος διέδωσε τον Χριστιανισμό στην Αγγλία. Η Μαρία διέθετε ένα μεγάλο σπίτι στα Ιεροσόλυμα, όπου αναπαυόταν ο Ιησούς και οι Απόστολοι, όταν ανέβαιναν στα Ιεροσόλυμα. Υποστηρίζεται ότι σ’ αυτό το σπίτι της Μαρίας τελέστηκε ο Μυστικός Δείπνος και έλαβε χώρα, κατά την Πεντηκοστή, η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.
Η αναφορά του Πέτρου στην Α΄ Καθολική επιστολή του στον Μάρκο ως «υιόν» του, ομόφωνα από την Αποστολική και Πατερική παράδοση ερμηνεύτηκε ως πνευματικός υιός και όχι σαρκικός.
Τέλος, ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας, αναφέρθηκε και στον Μνάσωνα, τον αρχαίο μαθητή, ο οποίος επίσης ήταν Κύπριος. Κατά τον Καθηγητή, ο Μνάσωνας ήταν μεταξύ των εβδομήκοντα Αποστόλων και ως αρχαίος μαθητής υπήρξε η πηγή του συγγραφέα των Πράξεων, ο οποίος είχε από τον Μνάσωνα πλούσιο κυπρολογικό υλικό, γι’ αυτό και ο Λουκάς διέσωσε τόσες πληροφορίες για το κυπριακό στοιχείο, που καταγράφεται στις Πράξεις των Αποστόλων.
Στο τέλος των διαλέξεων υποβλήθηκαν ερωτήσεις και δόθηκαν οι σχετικές απαντήσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, όσοι από τους Μαρωνίτες, τόσο στη Λευκωσία όσο και στη Λεμεσό, παρακολούθησαν τις διαλέξεις, εξέφρασαν την ικανοποίησή τους, γιατί ως Κύπριοι πληροφορήθηκαν τη μεγάλη συμβολή των συμπατριωτών τους στην πρώτη Εκκλησία των Ιεροσολύμων, αλλά και στη διάδοση του χριστιανισμού «εις πάντα τα έθνη».
Παράλληλα αυτό που, επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί είναι το γεγονός ότι το Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας δεν απευθύνεται μόνο προς τους φοιτητές του, αλλά πραγματοποιεί ανοίγματα προς την κοινωνία και τον κόσμο, που θέλει να ενημερωθεί για τον Χριστιανισμό και τον Πολιτισμό του νησιού του.

Λουκάς Α. Παναγιώτου

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2020

Κοπή Βασιλόπιτας του Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας

Μέσα σε μια ζεστή και εορταστική ατμόσφαιρα και με τις ευλογίες του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρου, πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη κοπή της Βασιλόπιτας του Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, το πρωί του Σαββάτου, 1η Φεβρουαρίου 2020, στο αμφιθέατρο Unesco των εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου της Κυπριακής Πρωτεύουσας.
Παρέστησαν, επίσης, ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής κ. Ησαϊας, ο Έξαρχος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Νιτρίας κ. Νικόδημος, ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βόστρων κ. Τιμόθεος, ο  Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αμαθούντος κ. Νικόλαος, ο Αρχιεπίσκοπος των Μαρωνιτών Κύπρου κ. Ιωσήφ Σουέηφ, ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, ο Πρόεδρος της Παγκύπριας Ένωσης Ελλήνων Θεολόγων (ΠΕΕΘ) κ. Γιώργος Κυριάκου, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Θεολόγων ΟΕΛΜΕΚ κ. Χριστάκης Ευσταθίου, οι Καθηγητές και οι φοιτητές του Μεταπτυχιακού και Διδακτορικού Προγράμματος του Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Την εκδήλωση άνοιξε με χαιρετισμό του ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας Καθηγητής Χρήστος Οικονόμου, ο οποίος αναφέρθηκε στα πολύ καλά αποτελέσματα της πρώτης πενταετίας λειτουργίας του Τμήματος, αλλά και τις ελπιδοφόρες και πολύ υποσχόμενες προοπτικές του. Υπογράμμισε το υψηλό επίπεδο της Θεολογίας που προσφέρει το Μεταπτυχιακό και Διδακτορικό Πρόγραμμα, το οποίο έχει αγκαλιαστεί από σημαντικό αριθμό πτυχιούχων όχι μόνο της Θεολογίας, αλλά και των άλλων ειδικοτήτων, όπως είναι φιλόλογοι, γιατροί, δικηγόροι, μαθηματικοί, χημικοί, δάσκαλοι, γεγονός το οποίο, όπως τόνισε «συμβάλλει τα μέγιστα στη διεπιστημονικότητα και στην εν γένει πρόοδο της θεολογικής επιστήμης». Επεσήμανε, παράλληλα, ότι το Τμήμα Θεολογίας «με τις επιστημονικές παρεμβάσεις και τον θεολογικό του λόγο προσπαθεί να είναι παρών στα κοινωνικά και θεολογικά δρώμενα της Κύπρου και του ελλαδικού χώρου».
Κλείνοντας τον χαιρετισμό του ο κ. Οικονόμου, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, ο οποίος βρίσκεται στην Αμερική για λόγους υγείας και εξέφρασε τη συμπάθεια και τις ευχές του «να έχει αποτέλεσμα η επίσκεψή του και, ανθρωπίνως ομιλούντες, να επιστρέψει στα καθήκοντά του, διότι και εμείς διακονούμε την Εκκλησία και τη Θεολογία και η αγάπη μας επεκτείνεται σε όλο τον κόσμο, πολλώ μάλλον στην Ιεραρχία και τους ανθρώπους, οι οποίοι υπηρετούν και διακονούν τον τόπο από την πλευρά της Εκκλησίας. Εύχομαι περαστικά στον Μακαριώτατο».

Στον δικό του χαιρετισμό ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας κ. Φίλιππος Πουγιούτας ευχαρίστησε τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη Κύκκου για την συνεχή και έμπρακτη υποστήριξή του προς το Πανεπιστήμιο Λευκωσία και ειδικότερα προς το Τμήμα Θεολογίας, το οποίο έχει θέσει υπό την αιγίδα και υψηλή επιστασία του, αλλά και τους λοιπούς Αρχιερείς για την στήριξη τους.
Ο κ. Πουγιούτας ευχαρίστησε, ακολούθως, ιδιαίτερα τους φοιτητές γιατί, όπως σημείωσε, «μαζί με τους καθηγητές και το διοικητικό δυναμικό του Προγράμματος Θεολογίας έχετε κτίσει ένα Τμήμα, το οποίο κοσμεί πραγματικά το Πανεπιστήμιό μας. Καλή χρονιά, υγεία, ευτυχία και λαμπρά επαγγελματική επιτυχία».
Αμέσως, μετά τους χαιρετισμούς, ακολούθησε σύντομη εισήγηση κατά την οποία ο πρώην Επιθεωρητής Θεολογικών Μαθημάτων Μέσης Εκπαίδευσης, Δρ Ανδρέας Παπαβασιλείου, ανέπτυξε το θέμα: «Η πνευματική διάσταση του οφθαλμού μεταποιεί το όργανο της οράσεως σε μέσο της ψυχής για ενόραση μεταφυσικών καταστάσεων».
Ο εισηγητής επεσήμανε πως «η έννοια του οφθαλμού χρησιμοποιήθηκε για τη φραστική απόδοση της πνευματικής δυνατότητας του ανθρώπου να βλέπει πράγματα πέραν από αυτά που υπόκεινται στην κατ’ αίσθησιν αντίληψη».

«Στα Πατερικά κείμενα», σημείωσε, «γίνεται λόγος και για «οφθαλμόν του Θεού», ανεξάρτητα αν ο Θεός δεν είναι «ανθρωποειδής». Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς γράφει, ότι «όλος ακοή και όλος οφθαλμός, ίνα τις τούτοις χρήσηται τοις ονόμασιν, ο Θεός». Πολύ επεξηγητική είναι εν προκειμένω του Ωριγένους η σχετική ερμηνεία: Όπως ακριβώς για τους ανθρώπους το χέρι, το πόδι, ο οφθαλμός και το αυτί είναι σημαντικά μέλη του σώματος, το ίδιο είναι αυτά και για τον Θεό, με διαφορετική όμως τη σημασία και τη λειτουργικότητά τους. Για τον Θεό ο οφθαλμός δηλώνει την εποπτική ιδιότητά του».
Ο κ. Παπαβασιλείου κλείνοντας την σύντομη και περιεκτική εισήγησή του τόνισε ότι, «όποιος είναι σε θέση να δεχθεί τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, είναι δυνατόν να γίνει ή οφθαλμός στο σώμα της Εκκλησίας ή να πάρει τη θέση του χεριού ή να τη στηρίζει όπως τα πόδια».

Ο Μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας κ. Νικηφόρος στην προσφώνηση του, πριν από την ευλογία και κοπή της βασιλόπιτας του Τμήματος Θεολογίας, «του οστράκινου αυτού σκεύους της τριτοβάθμιας παιδείας», όπως το χαρακτήρισε, αναφέρθηκε, αρχικά, στον ιστορικό και εκκλησιαστικό πυρήνα του εθίμου της Βασιλόπιτας, ενώ στην συνέχεια μίλησε, πατρικά και με πολλή αγάπη και εγκαρδιότητα, προς τους φοιτητές και προς όλους τους συμμετέχοντες στην εκδήλωση.
«Η πρώτη ευχή που θα ήθελα να κάνω είναι προς τους φοιτητές μας του Πανεπιστημίου αυτού να έχουν δύναμη και φωτισμό του Αγίου Πνεύματος στην δύσκολη προσπάθεια που καταβάλλουν, για να γίνουν μύστες της θείας επιστήμης της Θεολογίας, η οποία Θεολογία, πολύ ορθώς έχει χαρακτηρισθεί σαν η καρδία της Εκκλησίας, γιατί, όταν η ακαδημαϊκή Θεολογία ενεργεί ως εκκλησιαστική, όταν δηλαδή βρίσκεται σε στενή οργανική συνάρτηση με την Εκκλησία και δεν εκτρέπεται σε σχολαστικές αναζητήσεις, τότε είναι ο εκφραστής του φρονήματος της Εκκλησίας και αποβαίνει δύναμη προς αντιμετώπιση όλων των δυσκολιών και όλων των προβλημάτων της Εκκλησίας», τόνισε.

Ευχήθηκε, ακολούθως, «το νέο έτος 2020 να είναι για όλους μας αφετηρία για μια κοινή πνευματική αναγέννηση, για μια καινούργια ζωή. Μια ζωή αγάπης και αλληλεγγύης και εσωτερικής πνευματικής ελευθερίας από τα πάθη και τις αδυναμίες μας. Ας είναι το νέο έτος, έτος ειρήνης, δικαιοσύνης, ελευθερίας όλων των λαών, που καταδυναστεύονται με διάφορα προσχήματα από τους ισχυρούς του κόσμου τούτου».
Κατακλείοντας, ο Πανιερώτατος, ευχήθηκε το νέο έτος 2020 να είναι για τη δοκιμαζόμενη πατρίδα μας «έτος λύτρωσης από τα δεινά της. Να είναι έτος δικαίωσης των ελπίδων και των προσδοκιών του λαού μας».

Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την ευλογία, την κοπή, τη διανομή της Βασιλόπιτας και το κέρασμα για όλους τους παρευρισκομένους.
Λουκάς Α. Παναγιώτου