Στους φιλόξενους χώρους των εγκαταστάσεων του
Πανεπιστημίου Λευκωσίας και ειδικότερα στο Αμφιθέατρο Blue, της πτέρυγας Millenium, πραγματοποιήθηκε το Σάββατο, με
ιδιαίτερη επιτυχία, η Επιστημονική Ημερίδα, με θέμα: «Λατρεία και Τέχνη, ο
Πολιτισμός της Εκκλησίας».
Η Επιστημονική αυτή συνάντηση διοργανώθηκε από το Τμήμα
Θεολογίας και Πολιτισμού και περιελάμβανε τρεις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες
εισηγήσεις από τους διακεκριμένους καθηγητές Νίκο Γκιολέ, Ανέστη Κεσελόπουλο
και Παναγιώτη Σκαλτσή.
Την παρουσιάση και τον συντονισμό είχε ο Πρόεδρος του
Τμήματος, Καθηγητής κ. Χρήστος Οικονόμου, ο οποίος τόνισε, ότι η Ημερίδα αυτή
εντασσεται στο πλαίσιο των ανά δίμηνο επιστημονικών επιμορφώσεων και
δραστηριοτήτων του Τμήματος Θεολογίας και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου
Λευκωσίας προς τους Μεταπτυχιακούς φοιτητές και υποψηφίους Διδάκτορες.
Αναφερόμενος στο επίπεδο των μονίμων και συμβασιούχων
καθηγητών του Τμήματος, επεσήμανε ότι «είναι το καλύτερο που μπορούσε να έχει
ένα Πανεπιστήμιο υψηλών επιστημονικών προδιαγραφών».
Ο κ. Οικονόμου εξήρε, επίσης, και το
ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο των φοιτητών του Τμήματος και υπογράμμισε το γεγονός
ότι, οι 100 περίπου Μεταπτυχιακοί και Διδακτορικοί φοιτητές του, προέρχονται
από διάφορες ειδικότητες.
Επίσης, σημείωσε, ότι στο Πρόγραμμα Σπουδών συμμετέχουν
Μεταπτυχιακοί Φοιτητές, κληρικοί και λαϊκοί, από την Ελλάδα, την Ρωσία, την
Βουλγαρία, την Ιορδανία και άλλες χώρες.
Την Ημερίδα τίμησαν με την
παρουσία τους, η Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας
Καθηγήτρια Edna Yamasaki-Πατρικίου, η οποία απηύθυνε χαιρετισμό εκ μέρους του
Πανεπιστημίου, ο Κοσμήτορας της Σχολής
Ανθρωπιστικών Σπουδών Καθηγητής Χρήστος Παναγίδης, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης
Μαντινείας και Κυνουρίας κ. Αλέξανδρος και ο Πρωτοσυγκελλος της ως άνω
Μητροπόλεως Αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Ντούλιας.
Ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κύκκου και Τηλλυρίας κ.
Νικηφόρος στην εισαγωγική του παρουσίαση χαιρέτισε και καλωσόρισε τους εισηγητές
και, αφού αναφέρθηκε στην λέξη «λατρεία», ανέλυσε το τι εννοούμε με τον όρο
Ορθόδοξη Λατρεία, σημείωσε ότι «Λατρεία και Τέχνη είναι δύο αλληλένδετες
έννοιες» και υπογράμμισε ότι «τελικός σκοπός των εκκλησιαστικών τεχνών είναι,
όχι ο ερεθισμός των σωματικών αισθήσεων, αλλά ο ερεθισμός της ψυχής, για να
προκληθεί η προσευχή, η κατάνυξη, η αυτομεμψία, η μεταμόρφωση του ανθρώπου».
«Η εκκλησιαστική τέχνη», τόνισε, «με όλες τις εκφάνσεις
της και με όλο τον λειτουργικό, μυσταγωγικό, αναγωγικό χαρακτήρα της, μαρτυρεί,
ότι η χριστιανική ζωή δεν έχει μόνο κατακόρυφη κατεύθυνση προς τον ουρανό, αλλά
και οριζόντια κίνηση προς τους διαφόρους τομείς του πολιτισμού».
Ο Πανιερώτατος επεσήμανε, επίσης, ότι η μόνη διέξοδος στη
σημερινή βαθιά κρίση του πολιτισμού μας είναι «η ψυχική βελτίωση και η
πνευματική εξύψωση του ανθρώπου», γιατί,
όπως εξήγησε, «η ρίζα του κακού δεν βρίσκεται στην κοινωνία, αλλά μέσα
στον ίδιο τον άνθρωπο».
«Η αληθινή πρόοδος δεν περνά μέσα από τον κόσμο της ύλης,
αλλά μέσα από τον κόσμο της ψυχής: "Η ψυχή του πολιτισμού είναι ο πολιτισμός της ψυχής", όπως πολύ
σοφά διακήρυξε ο άγγλος ιστορικός Arnold Joseph Toynbee, και η μόνη δύναμη που μπορεί να αρωματίσει πνευματικά
την ψυχή και να την εξευγενίσει είναι ο Ορθόδοξος χριστιανικός πολιτισμός, γι’
αυτό και όπου έλαμψε η Ορθοδοξία, έλαμψε και ο πολιτισμός, έλαμψε και ο
άνθρωπος», κατέληξε.
Πρώτος εισηγητής στην Ημερίδα ήταν ο Πρόεδρος του
Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Καθηγητής
Παναγιώτης Σκαλτσής, με θέμα: «Λατρεία και Πολιτισμός».
Στην ομιλία του, επεσήμανε το γεγονός ότι «η Λατρεία, αν
και είναι θεόσδοτη, δεν νοείται ανεξάρτητα από το κοσμικό γίγνεσθαι και το
πολιτισμικό πεδίο στο οποίο διαμορφώθηκε, εξελίχθηκε και αναπτύχθηκε. Ως
πολιτιστικό πεδίο εννοούμε την τέχνη, τη μουσική, το δίκαιο, τη γλώσσα, την
ποίηση, την παιδεία, την κουλτούρα και τα ήθη ενός λαού, στοιχεία τα οποία η
Εκκλησία δεν τα αρνήθηκε, αλλ’ αντιθέτως τα αποδέχθηκε και τα αξιοποίησε,
δίδοντάς τους, βέβαια, όπου χρειάσθηκε, νέο νόημα και άλλη δυναμική, διάσταση
μεταφυσική και πνευματική. Και τούτο, για να αναφέρει τον άνθρωπο και τον κόσμο
προς τα άνω, να τον συνδέσει με τη ζωή του Χριστού που νικά τον θάνατο, ανοίγει
τον δρόμο προς το φως και την αλήθεια, εμπνέει την ελπίδα άλλης βιωτής, της
αιωνίου».
Ο κ. Σκαλτσής έκανε, ακολούθως, λόγο για τις
χαρακτηριστικές πτυχές της θείας Λατρείας, τους λειτουργικούς τύπους, τα
μυστήρια, το εορτολόγιο, τις λειτουργικές τέχνες, την υμνογραφία και τη
λειτουργική γλώσσα.
«Η θεία Λατρεία είναι τόπος και τρόπος πολιτισμικής έκφρασης
και αναφοράς. Έχει ακουστεί πως «και μια αρτοκλασία
και ένας Εσπερινός είναι πολιτισμός». Ό,τι διασώζει το αρχαίον κάλλος, το
πρωτόκτιστον κάλλος και την ωραιότητα που η Εκκλησία διακονεί, είναι
πολιτισμός. Η προσευχή, ο Ναός, ο εορτολογικός λειτουργικός κύκλος, ο ύμνος και
το μέλος, που ηρεμούν τις ψυχές μας, αναπτερώνουν τον νου μας, καλλιεργούν τον
συνεορτασμό γης και ουρανού κατά το «τα
κάτω τοις άνω συνεορτάζει», είναι πολιτισμός. Επιβεβαιώνεται έτσι, αυτό που
γράφει ο Γεώργιος Φλωρόφσκυ, ότι «η
προσωπικότητα φέρει μέσα της την ιστορία». Και η δική μας ιστορία είναι
γεμάτη από παραδείγματα πολιτισμού και αξιοπρέπειας του ανθρωπίνου προσώπου»,
πρόσθεσε.
Τον λόγο, στη συνέχεια, έλαβε ο Ομότιμος Καθηγητής της
Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Καθηγητής του Τμήματος
Θεολογίας και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, κ. Νίκος Γκιολές, ο
οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Τέχνη και Λατρεία, η συμβολή τους στην Εκκλησία».
«Κέντρο της δημόσιας λατρείας στο Βυζάντιο ήταν ο ναός. Ο
ναός είναι χώρος προσευχής και εξύψωσης του ανθρώπου προς το Θείο», τόνισε. «Εδώ
συγκεντρώνονται οι πιστοί, για να γιορτάσουν τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής
του Χριστού και της Παναγίας, να τιμήσουν τη μνήμη των αγίων, να ακούσουν το
ιερό κήρυγμα και να προσευχηθούν. Εδώ τελούνται οι ιερές ακολουθίες και τα
μυστήρια και κυρίως η θεία Λειτουργία. Ο βυζαντινός ναός θεωρείται μικρογραφία
της επουράνιας κατοικίας του Θεού. Είναι καθρέφτης της ουράνιας Εκκλησίας, όπου
οι ουράνιες Δυνάμεις και οι Άγιοι προσφέρουν αενάως λατρεία στον Θεό. Η
εκκλησία εκλαμβάνεται ως τύπος και εικόνα, μια μικρογραφία του σύμπαντος κόσμου,
που συνίσταται από ορατά και αόρατα όντα και ως σύμβολο του αοράτου θείου
χώρου. Η γη συμβολίζεται από τον κυρίως ναό και τα ουράνια από το ιερό Βήμα».
Ο κ. Γκιολές σημείωσε, ακόμη, ότι «η τέχνη με τις
ποικίλες μορφές της επηρεάζεται πολύ από τη λατρεία και η λατρεία από την
τέχνη, καθώς η τέχνη αποβαίνει όχημα μεταφοράς με απτό τρόπο των χριστιανικών
μηνυμάτων της Εκκλησίας στους πιστούς. Επιτελεί, λοιπόν, η εκκλησιαστική τέχνη
διδακτικό, κατηχητικό έργο. Επεξηγεί την ιερά ιστορία και νοηματοδοτεί τα
λειτουργικά τελούμενα μέσα στον ναό. Η εικαστική τέχνη γίνεται έτσι το βιβλίο
των αγραμμάτων, όπως υπογράμμισαν από πολύ νωρίς οι Πατέρες για τη ζωγραφική,
την εικόνα».
Στη συνέχεια ο διακεκριμένος καθηγητής αναφέρθηκε με
μερικά παραδείγματα στο πώς η λατρευτική πράξη, τα τελούμενα μέσα στην εκκλησία
επιδρούν στη διαμόρφωση του αρχιτεκτονικού χώρου και στην επιλογή των
εικαστικών θεμάτων που κοσμούν τον βυζαντινό ναό και στο γιατί μερικά από αυτά
τοποθετούνται σε ορισμένα σημεία του ναού. «Μέσα σε αυτό το πνεύμα η
αρχιτεκτονική διαμόρφωση των διαφόρων χώρων και ο διάκοσμος τους προσλαμβάνουν
σαφώς διδακτικό και συμβολικό χαρακτήρα, προσαρμόζονται στη λειτουργική χρήση
και αναδεικνύουν το θεολογικό περιεχόμενο κάθε χώρου», υπογράμμισε.
Η Ημερίδα έκλεισε με την ομιλία του Ομότιμου Καθηγητή της
Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Καθηγητή του
Τμήματος Θεολογίας και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Λευκωσίας κ. Ανέστη
Κεσελόπουλου, ο οποίος υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι «η ορθόδοξη θεολογία,
πριν διατυπωθεί με το λόγο, βιώνεται με την πίστη και εκφράζεται με τη
λατρευτική ζωή και το λειτουργικό ήθος της Εκκλησίας. Γι’ αυτό, σε αντίθεση με τους διάφορους αιρετικούς, που απομονώνουν χωρία της Αγίας Γραφής διαστρέφοντας και παραχαράσσοντας το νόημά τους εξ αιτίας μιας ατομικού και εκλογικευτικού χαρακτήρα προσεγγίσεώς τους, στην Ορθόδοξη Εκκλησία το Ευαγγέλιο τοποθετείται στο κέντρο της λατρευτικής και λειτουργικής εμπειρίας, πάνω στην Αγία Τράπεζα, για
να υπογραμμίζεται συμβολικά και αισθητά η αλήθεια ότι η Αγία Γραφή μπορεί να ερμηνεύεται σωστά
μόνο μέσα στην Εκκλησία και με βάση την εκκλησιαστική παράδοση και τη λειτουργική εμπειρία. Η Ορθοδοξία βλέπει τούς ανθρώπους ως κατ’ εξοχήν λειτουργικά δημιουργήματα, που αληθεύουν στην πίστη δοξάζοντας το Θεό και βρίσκουν την πληρότητα του ήθους τους μετέχοντας στη λατρεία. Οι Ορθόδοξοι λαοί έχουν διοχετεύσει όλη τη λατρευτική τους εμπειρία μέσα στη
Θεία Λειτουργία, που εκφράζει την πίστη και το ήθος τους».
Ο κ. Κεσελόπουλος τόνισε,
επίσης, ότι «η Θεία Λειτουργία εκφράζοντας αυθεντικά το δόγμα και το ήθος της Εκκλησίας έχει εμπνεύσει και υψηλού επιπέδου τέχνη. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι η αίρεση των Εικονομάχων αποτελούσε στα βασικά της σημεία επανάληψη του Μονοφυσιτισμού που αρνιόταν ουσιαστικά την ανθρώπινη φύση του Χριστού και τη
δυνατότητα εικαστικής αναπαραστάσεώς Του. Εάν υπερίσχυε η αίρεση αυτή, δεν θα υπήρχε εικονιστική θρησκευτική τέχνη αλλά ανεικονική, όπως περίπου η θρησκευτική ισλαμική ή η αυστηρή ιουδαϊκή τέχνη. Εάν δεν υπήρχε στη συνείδηση της Εκκλησίας και δεν
είχε διατυπωθεί το δόγμα της ενανθρωπήσεως του Χριστού, θα παρέμενε μετέωρη
η πρόσληψη και μεταμόρφωση της ύλης στη λατρεία της Εκκλησίας αλλά και η σημασία και αξία του ανθρώπινου σώματος στην καθημερινή ζωή. Και όπως είπαμε στην αρχή, δεν θα είχε λόγο υπάρξεως η διδασκαλία της Εκκλησίας για την κατά χάρη δυνατότητα θεώσεως και μετοχής του ανθρώπου στη δόξα του Χριστού. Τίποτε στη ζωή της Εκκλησίας δεν έχει χαρακτήρα απλά διακοσμητικό, αλλά τα πάντα υπάρχουν σε λειτουργική σχέση και συνάφεια. Όλα με τον τρόπο
τους λειτουργούν και λειτουργούνται.
Άλλωστε η τέχνη αποτελεί με την ευρύτερη έννοια τη γλώσσα
της λατρείας της Εκκλησίας. Η αρχιτεκτονική των ναών, η ζωγραφική και
εικονογραφική τους διακόσμηση αλλά και η μουσική απόδοση των ύμνων και των
τροπαρίων κατηχούν και μυσταγωγούν τους πιστούς, όπως και η γλώσσα των
λειτουργικών κειμένων», πρόσθεσε.
Την όλη Ημερίδα κάλυψε τηλεοπτικό συνεργείο του
Εκκλησιαστικού Τηλεοπτικού Σταθμού 4Ε και θα το μεταδώσει προσεχώς
στα πλαίσια των προγραμμάτων του.
Λουκάς Α. Παναγιώτου