Με μια εορταστική εκδήλωση τιμήθηκε η για 42 έτη ιερατική προσφορά του Αρχιμανδρίτου
π. Αδαμαντίου Κυκκώτη στον Ναό της Μακεδονίτισσας στην Έγκωμη Λευκωσίας.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με την παρουσίαση του νέου
Παρακλητικού Κανόνος της Παναγίας της Μακεδονίτισσας, ποίημα του υπογράφοντος,
που εκδόθηκε σε καλλιτεχνική εκτύπωση με δαπάνη του Ναού. Ακολούθησε
ομιλία σχετική με τα θαυμαστά της Παναγίας μας και βιογραφική αφήγηση του
τιμωμένου Αρχιμανδρίτου με προβολή φωτογραφιών από τη συλλογή του Στέλιου
Παπαστυλιανού. Απόδοση ύμνων του Κανόνος εγένετο από τους καλλικέλαδους
ιεροψάλτες του Ναού Κωνσταντίνο Ναθαναήλ και Χριστάκη Μιτσίδη και ακολούθησε
αντιφώνηση του τιμωμένου. Τέλος ο Έφορος της Μονής του Κύκκου Αρχιμανδρίτης π.
Αγαθόνικος Κυκκώτης εκ μέρους του Φιλανθρωπικού και Ιεραποστολικού Ομίλου «Ο
Απόστολος Βαρνάβας» του μακαριστού Γέροντος Γαβριήλ, προσέφερε στον τιμώμενο
περίτεχνο κεντητό επιγονάτιο. Η όλη εκδήλωση
έλαβε χώραν στο κατάμεστο από πιστούς παραπλεύρως του Ναού της Μακεδονίτισσας
κέντρο «Μακεδονίτισσα Παλλάς» και ακολούθησε εορταστικό δείπνο. Ακολουθεί η
αφηγηματική βιογραφία του τιμωμένου Αρχιμανδρίτου:
Το παιδί της Παναγιάς,
π. Αδαμάντιος Κυκκώτης
π. Αδαμάντιος Κυκκώτης
Στα ψηλώματα της Παφίτικης γης και στις παρυφές του
ελατοβριθούς Τροόδους είναι κτισμένο το μεγάλο χωριό της Παναγιάς. Σήμερα, αν
και κεφαλοχώρι της γύρω περιοχής, έχει μικρό αριθμό κατοίκων, αφού οι
περισσότεροι κατέφυγαν για καλλίτερες ημέρες στην Πάφο, στη Λευκωσία και στο
εξωτερικό αγωνιζόμενοι για ένα καλύτερο αύριο. Σ' αυτό το ορεινό χωριό είδε τις πρώτες ακτίνες του ήλιου ο μικρός Ανδρέας
Προκοπίου, πνευματικός φωστήρας της αρετής και της καλοσύνης, ο μετέπειτα πατήρ
Αδαμάντιος Κυκκώτης.
Τον Αύγουστο του έτους 1930 ακούσθηκαν
τα πρώτά του κλάματα, που με την πρόωρη ορφάνια του, τις σκληρές συνθήκες ζωής
και την εκούσια κατοπινή άσκηση και προσευχή που κατέληγε σε κατάνυξη, έμελλαν
να τον συνοδεύσουν σε όλη την επίγεια ζωή του.
Ο πατήρ Αδαμάντιος γεννήθηκε στην Παναγιά, μόνασε στην
Παναγιά την Κυκκώτισσα και ιερούργησε μόνιμα στην Παναγιά την Μακεδονίτισσα.
Πως να μην είχε μόνιμη σύντροφο και αρωγό της ζωής του την Παναγία μας; Αυτή
γεμίζει διαρκώς την επίγεια ζωή του με αστασίαστη χαρά που ακτινοβολεί στο
πρόσωπό του και αυτή θα τον οδηγήσει στην ατελεύτητη αγαλλίαση της Βασιλείας
των Ουρανών.
Η αγάπη και η ευλάβεια του πατρός Αδαμαντίου προς την
Παναγία μας δεν περιγράφονται.
Όταν πριν από λίγα χρόνια βρεθήκαμε προσκυνητές στο Κίεβο
στο μεγάλο Μοναστήρι των Σπηλαίων επισκεφθήκαμε την έκθεση των εικόνων με σκοπό
να αγοράσουμε ενθύμια από τους Αγίους και τις θαυματουργές εικόνες του
Μοναστηριού. Κάπου
σε ένα ράφι ο πατήρ Αδαμάντιος είδε μια εικόνα της Παναγίας της Κυκκώτισσας.
Αμέσως η καρδιά του σκίρτησε και ξεχνώντας κάθε τι που θα του θύμιζε το
προσκύνημά του εκείνο ζήτησε και αγόρασε την εικόνα της Παναγίας της
Κυκκώτισσας. Όταν του είπα ότι τέτοιο αντίγραφο θα έχει ως Κυκκώτης μου
απήντησε: Δεν μπορώ να νιώθω την Κυκκώτισσα στο ράφι. Είναι η ζωή μου και αυτή με αξιώνει και σήμερα να βρίσκομαι για προσκύνημα
εδώ!
Οι γονείς του πατρός Αδαμαντίου Σπυρίδων και Αργυρή
έπιασαν στα χέρια τους και έσφιξαν στην αγκαλιά τους τον νεαρό βλαστό τους μετά
από έξη χρόνια που είχαν να πιάσουν βλαστάρι, αφού ήδη η Καλοδότη τους ήταν έξη
ετών.
Ο φίλεργος οικογενειάρχης και ακούραστος εργάτης, ο
πατέρας του Σπυρίδων, δυστυχώς, έτσι επέτρεψεν ο Θεός, ο οποίος μας λέει ότι
«ορφανόν και χήραν αναλήψεται» (Ψαλμ. 145, 9) δεν πρόλαβε να καμαρώσει τη
θεάρεστη προκοπή του, γιατί Αυτός γρήγορα τον κάλεσε κοντά του. Πέθανε από
μόλυνση, μετά από εργατικό ατύχημα, αφού ήταν βοηθός οικοδόμου.Η μητέρα του
τότε «αναζωσαμένη την οσφύν αυτής» (Παρ. Σολ. 29, 17) εργάσθηκε σκληρά στους
αμπελώνες που είχαν και ο επιούσιος άρτος έβγαινε δύσκολα από αυτούς.
Τα χρόνια περνούσαν και ο μικρός Ανδρέας «ηύξανε και
εκραταιούτο πνεύματι» (Λουκ. α΄ 80). Τελείωσε με επιτυχία το δημοτικό
σχολείο σε περίοδο μεγάλης αναταραχής και φτώχειας, το 1942, τότε που ο δεύτερος
παγκόσμιος πόλεμος σκορπούσε πείνα και θανατικό. Η μητέρα του στεναχωριόταν
γιατί τα οικονομικά της δεν επέτρεπαν να στείλει τον γιό της στο Γυμνάσιο της
Πάφου. Παρακαλούσε θερμά την Παναγία μας να της δείξει το δρόμο που έπρεπε να
ακολουθήσει. Αλλά και ο μικρός Ανδρέας παρακαλούσε θερμά κάθε Κυριακή
που πήγαινε στην Εκκλησία την Παναγία μας , να τον βοηθήσει και είχε μια σιγουριά,
ότι η αυτή θα άκουγε την προσευχή του λέγοντάς της: «Την πάσαν ελπίδα μου εις
σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου».
Έτσι, η Παναγία μας, η ταχινή αρωγός όλων των χριστιανών,
έδειξε και την εναργή προστασία της στο μικρό Ανδρέα. Τον Αύγουστο του 1942,
την παραμονή της μεγάλης γιορτής του καλοκαιριού, της Κοιμήσεως της Παναγίας
μας, η μητέρα μαζί με την αδελφή του και δύο άλλες οικογένειες πήγαν με τα
γαιδουράκια τους να προσκυνήσουν και να δεχθούν τη χάρη της Παναγίας της
Κυκκώτισσας.
Το ταξιδιωτικό αυτό προσκύνημα μέσα από τα μονοπάτια του
Τροόδους για το μικρό Ανδρέα φάνταζε μεγαλειώδες. Οι κέδροι, οι πεύκοι και τα
έλατα του χαμογελούσαν και τον υποδέχονταν στο περίλαμπρο Μοναστήρι με τη
θαυματουργή εικόνα της Ελεούσας, που ζωγράφισε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, στον
οποίο η ίδια η Παναγία μας είπε, όταν εκείνος του την έδειξε για να την
εγκρίνει και να την ευλογήσει: «Η χάρις του εξ εμού τεχθέντος δι’ εμού μετά των
προσκυνούντων αυτήν».
Το βράδυ της παραμονής του Δεκαπενταύγουστου όλοι οι
ταξιδιώτες-προσκυνητές διανυκτέρευσαν σε δωμάτια που τους παραχώρησε ο
υπεύθυνος μοναχός και λίαν πρωΐ, μόλις οι καμπάνες ήχησαν στις υψηλές κορυφές
του Τροόδους όλοι με ευλάβεια και κατάνυξη οδήγησαν τα βήματά τους στο Ναό, για
να αποδώσουν τις τιμές τους στη γιορτάζουσα Παναγία. Πανηγύρισαν και αξιώθηκαν
να κοινωνήσουν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού μας.
Όταν τελείωσε η Θεία Λειτουργία και το
εκκλησίασμα αποχωρούσε κάνοντας το σταυρό του και δεόμενο της Παναγίας μας για
υγεία και ειρήνη, ο μικρός Ανδρέας παρέμεινε και θαύμαζε τις πολλές εικόνες,
τους μεγάλους πολυελέους και τη μεγαλοπρέπεια του Ναού. Σε κάποια στιγμή τον
πλησίασε η μητέρα του και του είπε:
-Ανδρέα μου, πρέπει να φύγουμε. Οι
άλλοι μας περιμένουν!
Αυτός τότε βρισκόμενος σε κατάσταση εκστάσεως και λίγο
αστειευόμενος, αφού δεν θα μπορούσε μόνος του να επιστρέψει στο χωριό, της
απάντησε:
- Εσείς φύγετε! Εμένα μου αρέσει και θα μείνω εδώ.
Μετά την επιστροφή των πανηγυριστών στην Παναγιά ο
γείτονάς τους Κωνσταντίνος Μούσκος, θείος του τότε ιερομονάχου Μακαρίου
Κυκκώτη, μετέπειτα ηρωικού Αρχιεπισκόπου, ρώτησε την Αργυρή πως πέρασαν και
εκείνη εξιστόρησε την επιθυμία του μικρού Ανδρέα να μείνει στο Μοναστήρι.
Εκείνος τότε της είπε ότι αφού ήθελε να στείλει το παιδί
στο Γυμνάσιο, να το στείλει στον Κύκκο, όπου λειτουργούσε Γυμνάσιο για
αποφοίτους Δημοτικού Σχολείου. Λειτουργούσαν τότε μόνο δύο τάξεις, αλλά όταν
έμεναν οι μαθητές έξη χρόνια το Μοναστήρι αναλάμβανε να τους στείλει στο Μετόχι
του Κύκκου ση Λευκωσία, για να φοιτήσουν στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Εκεί αφού
δώσουν κατατακτηρίους εξετάσεις εγγράφονται στην τρίτη τάξη του Γυμνασίου. Ο κύριος Κωνσταντίνος γνώριζε τον Ηγούμενο της Μονής και
στις 3 Οκτωβρίου του ίδιου έτους μαζί με την μητέρα του οδήγησε το μικρό Ανδρέα
στο Μοναστήρι. Ο Ηγούμενος, ο αείμνηστος Χρυσόστομος, δέχθηκε το νεαρό ως δόκιμο
μοναχό μαζί με άλλους δεκαοκτώ, μεταξύ των οποίων και ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος
Χρυσόστομος ο Α΄.
Ο φιλομαθής μαθητής Ανδρέας τελείωσε το Παγκύπριο
Γυμνάσιο το 1952 και τον ίδιο χρόνο χειροτονήθηκε Διάκονος της Εκκλησίας από
τον τότε Μητροπολίτη Κιτίου Μακάριο, τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο. Τη
Ηγουμενοσυμβούλιο βλέποντας την πρόοδο, το ήθος και τη σεμνότητα του Διακόνου
τον διόρισε γραμματέα του και έτσι παρέμεινε στο Μετόχιο Κύκκου, όπου
βρίσκονται και τα γραφεία της Μονής.
Ανήσυχο επιστημονικά πνεύμα και με
αγάπη και σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, ο π. Αδαμάντιος πήρε υποτροφία από το
Μοναστήρι της μετανοίας του και ενεγράφη στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών το
έτος 1956, από την οποία απεφοίτησε μετά πενταετία το 1961, αφού τέσσερα χρόνια
ήταν η προπτυχιακή φοίτηση και ένα χρόνο η ειδίκευση.
Το επόμενο έτος της επιστροφής του στην Κύπρο ο π.
Αδαμάντιος χειροτονήθηκε Ιερομόναχος από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και το 1963
διορίσθηκε καθηγητής στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Αρρένων Κύκκου, από το οποίο
αφυπηρέτησε το 1986 μετά από υπηρεσία εικοσιτριών χρόνων ενεργούς εκπαιδευτικής
δραστηριότητος. Στη νεοιδρυθείσα Ιερατική Σχολή τότε δίδασκε γεωπονικά μία ώρα
εβδομαδιαίως.
Με απόφαση του Ηγουμενοσυμβουλίου ανετέθη στον π.
Αδαμάντιο η επίβλεψη των κτημάτων της Μονής στις γύρω από την Λευκωσία περιοχές
της Έγκωμης, του Στροβόλου αι του Αγίου Δομετίου. Όταν ιδρύθηκε το φυτώριο του
Κύκκου ο π. Αδαμάντιος ανέλαβε πλήρως τη διεύθυνσή του, θέση την οποία διατηρεί
μέχρι και σήμερα.
Το 1973 ο τότε ενοικιαστής των κτημάτων της περιοχής της
Μακεδονίτισσας από την Αρχιεπισκοπή Κύπρου Λοίζος Χ¨ Αναστάση παρακάλεσε το
μακαριστό Ηγούμενο Χρυσόστομο να στείλει έναν Ιερέα λειτουργό στην Εκκλησία της
Παναγίας της Μακεδονίτισσας.
Ο Ηγούμενος έστειλε εκεί τον π. Αδαμάντιο και με τη χάρη
της Παναγίας και τις άοκνες ενέργειές του έκτοτε άρχισε η πνευματική και
κτιριακή ανακαίνιση του Μοναστηριού, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Έτσι, σήμερα
αποτελεί πνευματική κυψέλη, όπου οι πιστοί τρυγούν το μέλι της ευσεβείας, της
εν Χριστώ καινής ζωής και της ποδηγεσίας τους προς την ουράνια Βασιλεία. Και η
Παναγία μας η Μακεδονίτισσα συνεχώς από τον ουρανό προστατεύει τους ικέτες της
και θαυματουργεί ασταμάτητα. Άξιο αναφοράς
είναι το γεγονός της δακρύσεως της εικόνας της Παναγίας, που σημειώθηκε το 1997
στο υπόγειο αγίασμα του Μοναστηριού.
Σταθμός στη ζωή του πατρός Αδαμαντίου υπήρξε η γνωριμία
του με τον Γέροντα Γαβριήλ, τον θαυμαστό Καθηγούμενο της Μονής του Αποστόλου
Βαρνάβα και πνευματικό μας Γέροντα. Αυτός για πάνω από δύο δεκαετίες
φιλοξενήθηκε στο φιλόξενο Μοναστήρι του Κύκκου με την αμέριστη συμπαράσταση και
ευλογία του Ηγουμένoυ της, Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κύκκου και Τηλλυρίας κ. κ.
Νικηφόρου, και σε αυτό ανέπτυξε την πολυσχιδή του φιλανθρωπική και
ιεραποστολική δράση. Ο πατήρ Αδαμάντιος ήταν πάντοτε δεξιός συμπαραστάτης του
Γέροντος και από τα πρώτα μέλη του Φιλανθρωπικού και Ιεραποστολικού μας Ομίλου
«Ο Απόστολος Βαρνάβας». Άλλωστε ο
πατήρ Αδαμάντιος πάντοτε υπήρξε και υπάρχει συμπαθής, ελεήμων και φιλάνθρωπος.
Η συνομιλία των δύο ανδρών σε καίρια θέματα είχε θεάρεστα αποτελέσματα. Σε όλες τις ομιλίες, τις εορταστικές
εκδηλώσεις και τις εκδρομές ο πατήρ Αδαμάντιος μαζί με τον θεόσοφο Γέροντα
Διονύσιο ήταν πάντοτε παρόντες.
Ο καιρός, όμως, της αναλύσεως του καθενός μας είναι
κοντά. Κανείς
δεν τον γνωρίζει, αλλά οφείλει να ετοιμάζεται. Έτσι, και ο πατήρ Αδαμάντιος
δυνάμενος να λέγει ως ο Παύλος «τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα,
λοιπόν, απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος» (Β΄ Τιμ. δ΄ 7), παρέδωσε τη
διεύθυνση του Ναού σε άξιο διάδοχο Αρχιμανδρίτη, τον πατέρα Δαμιανό έχοντα φόβο
Θεού και επιθυμία ευαρεστήσεως στο Θεό και στο χριστεπώνυμο πλήρωμα. Ο πατήρ Αδαμάντιος παραμένει στην Παναγία την Μακεδονίτισσα
ως ζωντανό ιστορικό σύμβολο πίστεως, αφοσιώσεως, πραότητος και ιερατικής
προσφοράς. Με
το ταπεινό του φρόνημα παραμένει σύμβουλος του διαδόχου του, εφ’ όσον του
ζητηθεί και παραμένει μάλιστα και τρία βήματα οπίσω του, χωρίς να δημιουργεί
προσκόμματα στους ευγενείς εκείνου οραματισμούς.
Πολυσέβαστέ μοι πάτερ Αδαμάντιε, τα σαρανταδύο χρόνια που
κρατούσατε ανοικτό το Ναό της Μακεδονίτισσας, και στέλνατε θυμίαμα εύοσμο στο
θρόνο της Υιού της αποτελούν σαρανταδύο χρυσόπλοκα στεφάνια που νοητά κοσμούν
την ιερωσύνη σας. Εμείς
τιμώντες την πολυσχιδή σας δράση και θεωρούντες σας πραγματικό αδάμαντα
ταπεινώσεως, πραότητος, ευλαβείας και κενωτικής προσφοράς στις ανάγκες του
λογικού σας ποιμνίου, σήμερα σας απονέμουμε τον δίκαιο έπαινο και θερμά σας
παρακαλούμε: Με τη δύναμη της προσευχής σας δεηθήτε του Κυρίου της δόξης για
όλο το ευσεβέστατο πλήρωμα της Παναγίας της Μακεδονίτισσας και του Ομίλου μας
του Αποστόλου Βαρνάβα, τον οποίο τόσο στηρίζετε. Εύχεσθε, σεβαστέ μου πάτερ
Αδαμάντιε, για την ευλογημένη μας Κύπρο που τόσο χειμάζεται και για όλον τον
ευσεβή λαό που σήμερα στενάζει κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσεως, που
δυστυχώς είναι αποτέλεσμα της προηγηθείσης ηθικής σήψεως και διαφθοράς.
Εύχεσθε, πάτερ Αδαμάντιε, και Κύριος, ο Θεός, που ζεί στους αιώνες, είμαστε
βέβαιοι ότι όταν σας καλέσει κοντά Του, με φωνή βροντερή θα σας πεί: «Ευ, δούλε
αγαθέ και πιστέ, είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου» (Ματθ. κε΄ 23)!
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας,
Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων
Εκκλησίας,
Επίτιμο μέλος Ιεραποστολικού και
Φιλανθρωπικού Ομίλου
«Ο
Απόστολος Βαρνάβας»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου