Μητροπολίτου
Μόρφου Νεοφύτου*
Σε μια εποχή
που όλοι μιλούμε για την οικονομική κρίση, είναι πολύ σημαντικό να δούμε πως σκέφτεται
η Εκκλησία. Μια Εκκλησία η οποία έχει 2000 χρόνια αγιοπνευματικής ζωής και
εμπειρίας κι όχι μερικές δεκαετίες ζωής όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο δε καλύτερος
τρόπος για να αντιληφθούμε πώς σκέφτεται η Εκκλησία, είναι ν’ ακούμε με προσοχή
τους ψαλμούς και τις ευχές των ακολουθιών και να επεξεργαζόμαστε τα νοήματα
τους.
Σε κάθε
Εσπερινό ακούμε τους ψάλτες να ψάλλουν έναν από τους αρχαιοτέρους και
γνωστότερους ύμνους της Εκκλησίας μας, σε ήχο βαρύ, για να αποκτούν οι στίχοι
βαρύτερο νόημα και βαρύτερη σημασία. Ο διαχρονικός και επίκαιρος ύμνος στον
οποίο αναφερόμαστε δεν είναι άλλος από ένα στίχο του 33ου ψαλμού του βασιλέα Δαυίδ που
λέει: «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ
ελαττωθήσονται παντός αγαθού».
Κατ’ αρχάς,
βλέπομε ότι δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο στην ιστορία του κόσμου οι πλούσιοι να
φτωχαίνουν, κι από τα ψηλά να πέφτουν στα χαμηλά κι από τα πάνω στα κάτω. Και η
Εκκλησία που δεν είναι εκτός πραγματικότητας και εκτός κόσμου τί μας λέει: «Ενώ
οι πλούσιοι φτωχαίνουν και πεινούν, αυτοί που έχουν έγνοια και πρώτο τους
μέλημα ν’ αναζητούν τον Κύριο, τον Θεό της ζωής και του θανάτου, δεν θα
ελαττωθούν κανενός αγαθού. Τίποτα, δηλαδή, δεν θα τους λείψει».
Οι μεν πρώτοι
που έχουν έγνοια τη σύγχρονη ειδωλολατρία του χρήματος και τη «λατρεία» της
τεχνολογίας που παράγει πολλές φορές το εύκολο χρήμα και την ψεύτικη
χαρά, πέφτουν και δεν έχουν να πιαστούν από πουθενά. Ενώ οι δεύτεροι που
έχουν έγνοια τον Κύριο, πλουτίζουν. Διότι ο Θεός προνοεί γι’ αυτούς, προτού οι
ίδιοι σκεφτούν. Κι αυτό ισχύει πάντοτε, και πολλές φορές μέσα στη ζωή μας
είμαστε μάρτυρες της πρόνοιας του Θεού που μας κρατά με τα λίγα, τα ελάχιστα.
Όσοι είμαστε
πρόσφυγες, οι περισσότεροι από εσάς που ήρθατε σήμερα, οι κάτοικοι του
κατεχόμενου χωριού Νικήτα, αλλά κι άλλων κατεχομένων χωριών, που φιλοξενούνται
από τους συνοικισμούς της περιοχής και της ευρύτερης Λευκωσίας, να εορτάσουμε
και να τιμήσουμε τη μνήμη του αγίου Νικήτα του Μόρφου. Μήπως δεν νιώσαμε τη
φτώχεια του ΄74; Δεν νιώσαμε την εγκατάλειψη; Δεν νιώσαμε ότι είμαστε οι
πλούσιοι που πτωχεύσαμε;
Θυμούμαι, τι
μου είπε ο αδελφός μου, όταν ήμουν 12 χρονών προσφυγόπουλο κι αυτός
22. Εγώ να είμαι στα πρόθυρα της εφηβείας κι αυτός να είναι φοιτητής
φιλολογίας. «Άκουσε, Όμηρε, -όπως λεγόμουν τότε- δύο πράγματα μας έμειναν. Τα
σπίτια μας, τα πλούσια περβόλια μας, τα πήραν οι Τούρκοι. Τη χαρά του χωριού
μας δεν την έχουμε πια. Ο πατέρας μας έμεινε νεκρός και ενταφιασμένος στη
Ζώδια. Ο αδελφός μας πέθανε κατά τη διάρκεια του πολέμου. Πολλά τα δεινά, πολύς
ο πόνος, πολλή η θλίψη. Μας έμειναν η πίστη της μάνας μας και ο νους μας».
Αυτήν την πολύ
μεγάλη αλήθεια που άκουσα τότε από τον αδελφό μου, άργησα να την καταλάβω. Την
κατάλαβα όταν έγινα μοναχός. Μας έμεινε μου είπε «η πίστη της μάνας μας» που
δεν έχασε το κουράγιο και την εμπιστοσύνη της στον Κύριο και Θεό της. Όσες
φτώχειες, όσους θανάτους, όσες προσφυγιές και να γεύτηκε πίστευε στο θαύμα.
Είχε τον νου της στον Θεό και δεν τον άφησε να γείρει. Το θαύμα γινόταν και το
ζήσατε είμαι βέβαιος και εσείς αυτό.
Όσο ο άνθρωπος
ταπεινώνεται και ελαττώνεται. Εάν έχει λίγη πίστη σαν το σησάμι που θα φάμε σε
λίγο από τα εορταστικά κόλλυβα του Αγίου Νικήτα. Όχι πολλή σαν του προφήτη
Ηλία που ανέσταινε νεκρούς ή σαν του αγίου Νικήτα που τακτικά ακούμε για τα
θαύματα του, που γίνονται στο παρεκκλήσι τούτο. Αλλά ως «κόκκο σινάπεως», που λέει και ο
Χριστός για εμάς τους ολιγόπιστους. Τόση πίστη να έχουμε μπορούμε να κάνουμε
θαύματα. Πολλοί ζήσατε το θαύμα στο σπίτι σας, στο σώμα σας, στην ψυχή σας,
στην πατρίδα μας.
Ζούμε το θαύμα.
Η κατεχόμενη Κύπρος του ΄74, η μικρή μας πατρίδα, αυτή τη στιγμή που
μιλούμε, με όλα της τα δεινά και τη σύγχυση ενίοτε, σήμερα προεδρεύει της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό δεν είναι ένα θαύμα, όλων των Κυπρίων;
Επομένως, το
θαύμα το ζήσαμε, γιατί οι απλοί άνθρωποι του λαού, οι περισσότεροι από αυτούς,
κράτησαν την υπομονή και την ελπίδα ζωντανή. Κράτησαν την πίστη και τον νου.
Αυτό να μην το ξεχνούμε. Ο νους μόνο στην Εκκλησία καλλιεργείται και λίγο στα
γράμματα και στις τέχνες. Και σας το λέει ένας άνθρωπος που πήρε δύο πτυχία.
Αλλά, δεν με βοήθησαν πολύ. Αυτό που με βοήθησε είναι η εκκλησιαστική ζωή και η
πνευματική άσκηση. Πώς να μπορέσω, δηλαδή, να κυριεύσω, να είμαι αυτοκράτορας
των παθών, των επιθυμιών και των λογισμών μου;
Όταν ο
άνθρωπος δεν μπορεί να κυβερνήσει τις επιθυμίες και τις σκέψεις του, τους
λογισμούς και τα πάθη του. Ούτε το σπίτι του μπορεί να κρατήσει, ούτε τα παιδιά
του, ούτε τον γάμο του, ούτε την οικονομία του, ούτε την παιδεία του. Το ζούμε
αυτό ως τραγικό πρόβλημα και στη σύγχρονη εποχή είναι ιδιαίτερα έντονο. Και
είναι ιδιαίτερα έντονο, γιατί ο άνθρωπος έχασε αυτή την εκκλησιαστική
αγωγή. Την καλλιέργεια του νου ούτως ώστε να μάθει πρώτα και κύρια να
μετανοεί καθημερινά.
Τι σημαίνει
μετανοώ; Σημαίνει αλλάζω νου. Βλέπω τα λάθη μου, βλέπω τα πάθη μου. Πώς
εκδηλώνονται στον εαυτό μου, στον διπλανό μου, στο σπίτι μου, στην εργασία μου;
Τί επιθυμίες έχω; Τί σκέψεις κάνω; Αμαρτία δεν είναι μόνο η πράξη, αλλά και η
επιθυμία λέει ο Χριστός, και η σκέψη είναι η αρχή της αμαρτίας.
Άρα, είναι
πολύ σημαντικό να έχουμε κατά νου αυτό που λέει μια άλλη προσευχή της Εκκλησίας
μας, στο Απόδειπνο. «Και δώρησαι ημίν, γρήγορον νουν, σώφρονα λογισμόν, καρδίαν
νήφουσαν…». Να έχουμε «γρήγορο νου». Να ελέγχει, δηλαδή, και να παρακολουθεί ο
νους τις επιθυμίες και τις σκέψεις του. Και όταν τα χάνουμε και δεν μπορούμε να
ελέγξουμε τους λογισμούς μας, υπάρχει η μετάνοια, υπάρχει το ήμαρτον.
Ο άνθρωπος που
καλλιεργεί μέσα στην Εκκλησία τη μετάνοια σιγά-σιγά μαθαίνει να είναι σε
εγρήγορση, να συγχωρεί και στα ύστερα του βίου του, μαθαίνει και την αγάπη. Το
τονίζω τούτο. Τώρα που μπήκα στα 50 καταλαβαίνω ότι αρχίζω, έστω κι αν είμαι
επίσκοπος, να μαθαίνω την αγάπη. Να μην λέμε μεγάλα λόγια, όπως στα παιδικά μας
χρόνια που νομίζαμε ότι η αγάπη είναι μια καρδούλα. Όχι, η αγάπη είναι πολλή
υπομονή, είναι πολλή προσευχή, είναι πολλή εγρήγορση. Η Αγάπη είναι πολλή
μετάνοια για τα προσωπικά μας λάθη και ανοχή για τα λάθη του διπλανού μας, του
πλησίον μου, που λέει και το Ευαγγέλιο. Κι όλα αυτά έρχονται να μας τα διδάξουν
οι γιορτές και οι πανηγύρεις μας, τα μνημόσυνα και οι κηδείες, η Θεία
Λειτουργία πάνω απ’ όλα.
Γι’ αυτό,
χαίρομαι που ο λαός της Κύπρου, που ζει την παρατεινόμενη κατοχή και προσφυγιά,
και τώρα την οικονομική κρίση των ημερών μας. Γνωρίζει έστω ασυνείδητα και
ολίγοι συνειδητά, ότι τον νου και την πίστη μόνο στην Εκκλησία θα τη βρει.
Να κρατήσετε
αυτή την εκκλησιαστική τάξη που έχετε. Την αγάπη στους αγίους μας. Αυτήν την
καλή συνήθεια να τρέχουμε κοντά σ’ αυτούς που κράτησαν και μαρτύρησαν για
την πίστη και την αλήθεια του Χριστού. Οι άγιοι θα μας βοηθήσουν και
προσωπικά, αλλά και στις κοινωνικές, κρατικές και εθνικές μας ανάγκες.
Στο χωριό μου,
την Π. Ζώδια, είχαμε πολλούς ανθρώπους. Άλλοι ήσαν καφενόβιοι, άλλοι της
Εκκλησίας όπως συμβαίνει σε κάθε χωριό. Είχαμε και έναν πρωτοψάλτη τον Δημήτρη
του Πρωτόπαπα. Εγώ, παιδί του ιερού σαν ήμουνα πήγαινα στο ψαλτήρι και του
κρατούσα το «ίσον». Σας λέω το παράδειγμα για να δείτε άνθρωπο που είχε πίστη
και νου Χριστού. Αυτός, λοιπόν, ο άνθρωπος, ο καλός ο ψάλτης, ο υιός του
Πρωτόπαπα και εγγονός του παλιού Πρωτόπαπα. Ξέραμε ότι ήταν άνθρωπος λίγο
αυστηρός, αλλά πολλής προσευχής και σιωπής. Αυτοί οι άνθρωποι μου άρεσαν γιατί
ήσαν «βαρετοί» -όπως λέμε εδώ στην Κύπρο -σαν τον ήχο τον βαρύ που ψάλλαμε
απόψε.
Το ΄73 άρχισε
να κλαίει στο σπίτι του. Αυτά τα έμαθα αργότερα. «Γιατί κλαίς, πατέρα;» τον
ρωτά η κόρη του. Κι αυτός τους απαντά: «Αχ, κόρες μου. Θα βγούμε πρόσφυγες. Μου
το έδειξαν Άγγελοι Κυρίου και πολλοί θα πεθάνουν στην προσφυγιά, με τον πόθο
της επιστροφής. Και θα καθυστερήσει κάπως». «Μα, τι λες, πατέρα»;
Σημειώστε ότι
η λέξη πρόσφυγας ήταν σχεδόν άγνωστη στους Κυπρίους. «Τούρκοι θα έρθουν στο
χωριό μας». Και του λεν οι κόρες του «και θα πιάσουν όλη την Κύπρο, οι
Τούρκοι»; «Όχι. Μέχρι το χωριό μας». Γέλασαν, οι κόρες του. «Τον Αστρομερίτη,
δεν θα τον πιάσουν»; «Όχι, κόρη μου, δεν θα τον πιάσουν». Τους φάνηκε αδιανόητο
και κορόιδευαν προς στιγμή τον πατέρα τους. «Και θα μείνουμε, πατέρα, για πάντα
πρόσφυγες;» του λένε. «Όχι. Όταν ακούσετε ότι ιδρύθηκε μια καινούργια χώρα στην
Τουρκία που θα λέγεται Κουρδία, θα επιστρέψετε όλοι πίσω. Αυτό μου έδειξε ο
Άγγελος μου». Αυτά το 1973.
Πιο πριν στη
Μηλιά Αμμοχώστου, ανάλογος άνθρωπος, απλός, του λαού, ο Χατζηφλουρέντζος. Έχει
εκδοθεί και βιβλίο γι’ αυτόν. Ένας λαϊκός ασκητής. Τα ίδια προφήτεψε. Προφήτεψε
την κατοχή, αλλά και την ελευθερία που θα έρθει. Πώς αυτοί οι άνθρωποι
είχαν αυτή τη φώτιση και είδαν αυτά που συμβαίνουν στις μέρες μας; Και θα
συμβούν, πρώτα ο Θεός, τα επίλοιπα, τα καλά νέα.
Βέβαια, εμένα,
πιο πολύ μ’ ενδιαφέρει, να πάω στη Μητρόπολή μου, στη Μόρφου και στο χωριό μου,
όπως και εσάς να πάτε στα χωριά σας. Αλλά, και εκεί που θα πάμε θα έρθει ώρα
που θα πεθάνουμε. Να μην το ξεχνάμε αυτό. Κάπου αλλού είναι η μόνιμη μας
πατρίδα. Εδώ είμεθα περαστικοί, προσωρινοί και ερχόμαστε για να δώσουμε
εξετάσεις ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και Έλληνες.
Άρα, η έγνοια
μας πρέπει να είναι τί είδους μετάνοια έχουμε; Πώς καλλιεργούμε τον νου μας;
Πόσο εκκλησιαστικοί άνθρωποι είμαστε; Πόσο συγχωρούμε; Πόσο κοινωνούμε; Πώς
επικοινωνούμε με τον Θεό, τους ανθρώπους και τον εαυτό μας;
Όταν ο
άνθρωπος βάζει αυτά τα ερωτήματα, τότε ο νους του καθαρίζει, κι όταν καθαρίσει
ο νους, καθαρίσει η καρδία. Ο νους γίνεται βασιλέας και κάθεται στον θρόνο του
και ο θρόνος του νου είναι η καρδιά, κατά τους Πατέρες. Και τότε φωτίζεται ο
άνθρωπος. Τον φωτίζει το Άγιο Πνεύμα. Ύστερα σιγά-σιγά αγιάζεται. Έτσι
αγιάσθηκαν, έτσι φωτίσθηκαν πολλοί άνθρωποι. Και ο άγιος Νικήτας, αλλά κι αυτοί
οι άνθρωποι που προαναφέραμε, που ήταν σάρκα από την σάρκα μας.
Καμιά φορά
νομίζουμε ότι η αγιότητα είναι κάτι πολύ μακρινό που δεν μας αφορά, που δεν
κατορθώνεται στην εποχή μας. Όχι, έχουμε λάθος. Και σήμερα ανάμεσα μας υπάρχουν
άγιοι άνθρωποι, με φως, με καθαρότητα, με προσευχή δυνατή. Είναι αυτοί που
κρατούν την Κύπρο. Είναι αυτοί που θα μας ελευθερώσουν. Ούτε πολιτικοί. Ούτε το
χρήμα. Και βλέπετε, ότι μας ταπεινώνει όλους ο Θεός. Αυτή την εποχή να μην
ελπίζουμε στα πολλά μας χρήματα, ούτε στις πολλές πολιτικές, αλλά σ’ Αυτόν που
είναι ο αιώνιος Πατέρας της Κύπρου και της κτίσης όλης. Στον Πατέρα των Φώτων,
στον Πατέρα του Αγίου Νικήτα, στον Τριαδικό Θεό μας, στον Κύριο μας Ιησού
Χριστό.
Έτσι, λοιπόν,
να κρατήσουμε τον νου μας. Έτσι, λοιπόν, να κρατήσουμε την πίστη του Αγίου
Νικήτα ορθόδοξη καθαρή, όχι νοθευμένη. Κι αυτά να παραδώσουμε στα παιδιά μας
και στα εγγόνια μας κι έχει ο Θεός.
Η περιπέτεια
της Συρίας θα τελειώσει μόνο με μία έκπληξη, για όλη την καθ’ ημάς Ανατολή.
Μέσα σ’ αυτή την έκπληξη έχει το μερτικό της και η Κύπρος μας. Επαναλαμβάνω,
όμως πάνω, απ’ όλα να είμεθα άνθρωποι μετανοίας. Να μην το ξεχνούμε τούτο. Να
μην έχουμε νου, ο οποίος να σκέφτεται μόνο πολιτικά. Αλλά, να έχουμε «γρήγορον
νουν, σώφρονα λογισμόν και καρδίαν νήφουσα» που μετανοεί.
*Απομαγνητοφωνημένη
ομιλία στον Εσπερινό της μνήμης του αγίου μεγαλομάρτυρος Νικήτα (14/9/2012) στο
ομώνυμο παρεκκλήσιο στα Λατσιά της Λευκωσίας, που κτίσθηκε από τους πρόσφυγες
της κοινότητας Αγίου Νικήτα Μόρφου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου