Στα πλαίσια των Διαλέξεων Προσωπικοτήτων στο Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας κλήθηκε ο Σχολάρχης
της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, Μητροπολίτης Προύσης κ. Ελπιδοφόρος, ο οποίος
μίλησε στους Μεταπτυχιακούς φοιτητές με θέμα: «Εκκλησία και Διπλωματία». Ο
Μητροπολίτης Προύσης και Καθηγητής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής
Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
εξέφρασε, κατ' αρχήν, τις ευχαριστίες
και την χαρά του για την τιμή, όπως είπε, «που μου γίνεται σήμερα να
απευθύνομαι στους φοιτητές του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Θεολογίας του
Πανεπιστημίου Λευκωσίας, το οποίο έχει καταφέρει να κερδίσει τον σεβασμό και
την εκτίμηση του Ακαδημαϊκού χώρου με το κύρος και το υψηλό επίπεδο, το οποίο
έχει οικοδομήσει με πολλή υπομονή και επιτυχία», ανέπτυξε, ακολούθως, με παραστατικότητα, απόλυτη σαφήνεια και
επιστημονική ακρίβεια το υπό διαπραγμάτευση θέμα του.
«Το θέμα αυτό δεν είναι πρωτότυπο ούτε πρωτάκουστο, απλά
παρατηρούμε συχνά να υπάρχει κίνδυνος παραθεώρησης του ρόλου της Θρησκείας
γενικότερα και της Εκκλησίας ειδικότερα στις διεθνείς σχέσεις, στις γεωστρατηγικές
μεταβολές και στις ισορροπίες», σημείωσε για να επεξηγήσει στην συνέχεια το ρόλο της θρησκείας στην διπλωματία.
«Η θρησκεία και οι θρησκευτικές δομές, είτε λέγονται
Εκκλησίες, είτε ιερατεία, είτε ιεραρχικές δομές που διαχειρίζονται, εντός εισαγωγικών,
την έκφραση του θρησκευτικού συναισθήματος ενός λαού αποτελούν πολύ σημαντικούς
παράγοντες τόσο εντός ενός εθνικού και κοινωνικού συνόλου όσο και στις σχέσεις
αυτού του συνόλου με το ευρύτερο γεωγραφικό και παγκόσμιο περιβάλλον, στο οποίο
αυτό δρα και κινείται ένας οποιοσδήποτε λαός».
Ο Σεβασμιώτατος επεξηγώντας το γιατί συμβαίνει αυτό προέβαλε
τρεις, κυρίως, λόγους. «Πρώτον. Το θρησκευτικό συναίσθημα ή η θρησκευτική
παράδοση, έτσι για να το πω εντελώς ουδέτερα και γενικά, απευθύνεται σε πολύ βαθιές
εσωτερικές, ψυχικές ανάγκες και εκφράσεις του ανθρώπου, οι οποίες, αυτές
ανάγκες, καθορίζουν την συμπεριφορά και τον χαρακτήρα του. Ορίζουν την στάση
του στη ζωή. Κατευθύνουν την αντίληψή του προς οτιδήποτε και οποιοδήποτε διαφορετικό. Δεύτερος λόγος. Το θρησκευτικό συναίσθημα
είναι υπεράνω μιας λογικής αλληλουχίας κοινωνικών δεδομένων διότι είναι ένα
σύστημα θεωρητικών παραδοχών, οι οποίες βασίζονται στην πίστη, σε κάτι δηλαδή
δεδομένο, σε κάτι που υποχρεούται κάποιος να ασπασθεί. Στην υποκειμενική, δηλαδή,
θεώρηση του κόσμου και δεν κατευθύνεται η θρησκεία και το θρησκευτικό
συναίσθημα από τον κοινό νου, ούτε από την αντικειμενική ψυχρή και λογική στάση
έναντι του κόσμου. Και τρίτον. Ως αποτέλεσμα των δύο ανωτέρω σημείων η θρησκεία
παράγει την δική της ηθική. Καθορίζει, δηλαδή, κάθε θρησκεία τι είναι καλό και
τι είναι κακό, τι είναι επιτρεπτό και τι είναι απαγορευμένο. Και αυτό συχνά δεν
είναι απλά μια θεωρητική προσέγγιση, αλλά διαμορφώνεται και μια στάση ζωής των
πιστών της εκάστοτε θρησκείας και ένας κώδικας συμπεριφοράς έναντι των μη μελών
της, ενίοτε αποκαλουμένων και απίστων».
«Η παρουσίαση των πιο πάνω λόγων αρκούν για να φθάσουμε
στο αβίαστο συμπέρασμα ότι οι θρησκείες είναι καθοριστικοί παράγοντες τόσο της
ταυτότητας των λαών που τις ασπάζονται, όσο και των σχέσεων μεταξύ λαών που
διαφοροποιούνται από θρησκευτικής και κάθε άλλης άποψης ή και λαών που
συγγενεύουν λόγω θρησκείας», υπογράμμισε.
«Δεν είναι άλλωστε τυχαίο», επεσήμανε ο Προύσης
Ελπιδοφόρος, «ότι κρατικές οντότητες που άντεξαν μέσα στην ιστορία και
διατήρησαν την συνέχεια και την ταυτότητά τους έδιναν πάντοτε ιδιαίτερη
σημασία, μεταξύ άλλων, και στην θρησκευτική τους ομοιογένεια και ομοιομορφία.
Δεν είναι μυστικό ότι πέρα των προσωπικών, θρησκευτικών πεποιθήσεων ο Μέγας
Κωνσταντίνος διείδε στον κόσμο της Ανατολής τα δύο στοιχεία που θα συγκρατούσαν
την αυτοκρατορία του για αιώνες. Τα δύο αυτά στοιχεία είναι η χριστιανική πίστη
και η ελληνική γλώσσα. Και δεν διαψεύστηκε. Μέσα από τα δύο αυτά στοιχεία
γεννήθηκε η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ανανεώθηκε βαθμιαία το σύνολο
της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας».
Μετά το τέλος της διάλεξης του Αγίου Προύσης
ακολούθησαν ερωτήσεις από τους φοιτητές του Τμήματος Θεολογίας του
Πανεπιστημίου Λευκωσίας, στις οποίες απάντησε ο Σεβασμιώτατος και έτσι διεξήχθη
μια θαυμάσια και εποικοδομητική συζήτηση μέσα από την οποία οι φοιτητές είχαν
υπεύθυνη και επιστημονική ενημέρωση για πάμπολλα θέματα μεταξύ των οποίων ήταν η διαχρονική εξέλιξη των εκκλησιαστικών
πραγμάτων στα Βαλκάνια και στα ιστορικά δεδομένα μέσα από τα οποία εξελίχθηκαν τα γεγονότα στην Ουκρανία. Παρουσίασε όλο το συγκρουσιακό κλίμα που προηγήθηκε για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δια του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου χορήγησε ως "Μητέρα Εκκλησία" το Αυτοκέφαλο, που ζητήθηκε από την Ουκρανία. Τόνισε, ακόμη, ότι το θέμα του Εκκλήτου ανήκει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα του Οικουμενικού Πατριάρχη και ως εκ τούτου ο Παναγιώτατος, ασκώντας τις αρμοδιότητές του, χορήγησε την αυτοκεφαλία στην Ουκρανία.
Παράλληλα, ο Καθηγούμενος της Ιεράς Σταυροπηγιακής Μονής Αγίας Τριάδος Και Σχολάρχης της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ενημέρωσε τους
φοιτητές για τις δραστηριότητες που αναπτύσσει η σιωπούσα σήμερα Σχολή, με τις
συνεργασίες διαφόρων Πανεπιστημιακών και Επιστημονικών φορέων, την ταξινόμηση
και εμπλουτισμό της Βιβλιοθήκης της Σχολής και την διοργάνωση διαφόρων
Επιστημονικών Συνεδρίων. Αυτό δείχνει το αδιάπτωτο ενδιαφέρον τόσο του
Οικουμενικού Πατριάρχη για την λειτουργία της Σχολής, που είναι πρωταρχικός
στόχος του από την άνοδό του στον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως
όντας και ο ίδιος Χαλκίτης, όσο και του Σχολάρχη της Χάλκης κ. Ελπιδοφόρου, ο
οποίος αναλώνει τον εαυτόν του να προετοιμάσει τη Σχολή να είναι έτοιμη μόλις
οι συγκυρίες επιτρέψουν την επαναλειτουργία της.
Τον όλο συντονισμό της διαλέξεως είχε ο «σεβαστός
δάσκαλος», όπως τον αποκάλεσε ο Άγιος Προύσης, Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας
του Πανεπιστημίου Λευκωσίας κ. Χρήστος Οικονόμου, τέως Πρόεδρος του Τμήματος
Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας και Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής
Θεσσαλονίκης. Ο κ. Οικονόμου διαβεβαίωσε τον Σχολάρχη της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης ότι
το Τμήμα Θεολογίας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, κατανοεί πλήρως την κατάσταση
και τις συνθήκες όπου βρίσκεται η Σχολή και θέτει τις επιστημονικές του
δυνάμεις στη διάθεση της Θεολογικής
Σχολής της Χάλκης.
Λουκάς Α. Παναγιώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου