Με πνευματική ευφροσύνη και με ευλάβεια πολλή τίμησε ο ευσεβής λαός της
πατρίδας μας το Γενέσιον της Θεοτόκου, την Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου 2013, ανήμερα
της Εορτής, στην εορτάζουσα Ιερά Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Ελεούσας
του Κύκκου.
Η μεγάλη και ευφρόσυνος αυτή εορτή της Γεννήσεως της Κυρίας των Αγγέλων
τιμάται όλως ιδιαιτέρως στην αγιοτόκο και θεομητοροφρούρητη νήσο μας και πρωτίστως
στην ιστορική Μονή του Κύκκου, η οποία πανηγυρίζει και λαμπροφορεί κατά την
ημέρα αυτή.
Πλήθη
ευλαβών προσκυνητών προσέτρεξαν και φέτος στο κάλεσμα των σημάντρων και των γλυκόλαλων
καμπάνων, τόσο
κατά την παραμονή, όσο και κατά την κυριώνυμο ημέρα της Εορτής, κατακλύζοντας κυριολεκτικά το καθολικό και τις αυλές της ιστορικής Μονής, προκειμένου να βρεθούν στην
χάρη της, να απευθύνουν την προσευχή τους στην Κυρία Θεοτόκο, να προσκυνήσουν
την χαριτόβρυτο και θαυματουργό Εικόνα της, να προσφέρουν το τάμα τους και να
την ευχαριστήσουν.
Τόσο στον πανηγυρικό Εσπερινό, όσο και στην πανηγυρική
Θεία Λειτουργία, χοροστάτησε και προεξήρχε ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κύκκου και
Τηλλυρίας και Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής κ.κ. Νικηφόρος, συμπαραστατούμενος
από Πατέρες της Μονής.
Η όλη τελετουργική ατμόσφαιρα, προπάντων στην Θεία
Λειτουργία, με μυσταγωγό τον Πανιερώτατο, προκαλούσε έντονη την αίσθηση της παρουσίας
της Παναγίας της Ελεούσας του Κύκκου και γεννούσε αισθήματα βαθύτατης κατάνυξης
και συγκίνησης.
Επιστέγασμα της όλης μυσταγωγίας αποτέλεσε ο μεστός λόγος
του Πανιερωτάτου, ο οποίος διακρινόταν για την πολλή σαφήνεια, την θεολογική
τεκμηρίωση και την ρητορικότητα του.
Πιο συγκεκριμένα ο Πανιερώτατος στο κήρυγμά του, αφού
αναφέρθηκε στο πρόσωπο, την αγνότητα, καθαρότητα και αγιότητα της «επίλεκτης
του ανθρωπίνου γένους», Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, εξήγησε, ακολούθως, γιατί
όλοι οι χριστιανοί αφήνουμε σήμερα «να διαχυθεί η ευχαριστία και η ευγνωμοσύνη
μας προς την Παναγία. Την ευχαριστούμε, την εγκωμιάζουμε και την ευγνωμονούμε,
γιατί χάρις στην δική της συμβολή, όχι μόνο ο Θεός κατέβηκε στον κόσμο, αλλά
και ο άνθρωπος μπορεί να ανέβει στον ουρανό».
«Έτσι και εμείς με φόβο
Θεού και δέος πολύ σύραμε τα βήματα μας ίσα μ’ εδώ, στην ιστορική και θεοφρούρητη
της Ελεούσας του Κύκκου Μονή, τον χώρο τούτο της περισυλλογής. Στον χώρο αυτό,
όπου πάλλεται και διαδονείται η ευσέβεια του λαού μας, για να καταθέσουμε
μπροστά στη σεβάσμια Εικόνα της τα άνθη της ευλάβειας και της τιμής. Για να
αποθέσουμε μπροστά στην πανάμωμη μορφή της τις αγωνίες, τους καημούς και τις
ελπίδες μας και να εκμυστηρευτούμε τις μύχιες σκέψεις μας σ’ αυτή, την Μάνα του
πόνου, την Μάνα του λυτρωτή μας, αλλά και δική μας Μητέρα», πρόσθεσε.
«Ήρθαμε ακόμη εδώ», τόνισε, «για να παρακαλέσουμε αυτή,
την Παναγία των Ελλήνων και της πονεμένης Ορθοδοξίας, την συμπάσχουσα και
συνοδύνουσα μαζί μας Θεοτόκο, να γίνει και πάλι η Αγία Σκέπη του λαού μας,
προστάτιδα και βοηθός μας στις επιβουλές των εχθρών και υπέρμαχος στρατηγός και
ελευθερώτριά μας από τις δουλείες των πολεμίων».
Ο Κύκκου Νικηφόρος στην
συνέχεια του λόγου του μίλησε και για «το βαρύ νέφος της αγωνίας και της πικρής
δοκιμασίας του κυπριακού Ελληνισμού», το οποίο εξακολουθεί για 39 τώρα χρόνια
να σκεπάζει «τον γλυκύ ουρανό της πατρίδας μας», εκφράζοντας τον πόνο και την
αγωνία του για τα μνημεία, τους τόπους λατρείας και τα αγιάσματά μας στην
κατεχόμενη γη μας, τα οποία, όπως είπε χαρακτηριστικά, «ίστανται εκεί
τραυματισμένα και ημιθανή για να εγκαλούν τους ληστές που τα τραυμάτισαν και να
καταγγέλλουν τους βάρβαρους κατακτητές, αλλά και την μικροψυχία και αδιαφορία,
την ψυχική νέκρωση και την πνευματική τύφλωση των ισχυρών του κόσμου τούτου».
«Μέσα λοιπόν σ’ αυτό το σκοτάδι, ήρθαμε εδώ, στον
αμετάθετο τούτο θρόνο της Παναγίας μας, για να παρακαλέσουμε αυτήν την Μάνα του
Θεού, τον ποταμό τον γλυκερό του ελέους να μας βοηθήσει και πάλι με τις
πρεσβείες της προς τον Κύριο, προς τον Υιό της και Θεό μας, ώστε να
καρποφορήσει ο αγώνα μας για την αναστήλωση της ελευθερίας σε κράτος ελεύθερο,
ανεξάρτητο, ενωμένο και δημοκρατικό. Σε κράτος ανθρώπινης αξιοπρέπειας που θα
εδραιώνει και θα κραταιώνει τις κοινωνικές και ηθικές αξίες της ειρήνης, της
δικαιοσύνης, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισονομίας και της
ισοπολιτείας, αλλά και θα προάγει και το πνεύμα της αγάπης, της φιλίας και της
συνεργασίας Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων».
Ο Πανιερώτατος αναφέρθηκε
και στη σημερινή δεινή, τραγική οικονομική κρίση που ταλανίζει την πατρίδα μας,
επισημαίνοντας ότι δημιούργημα της κρίσεως αυτής είναι «ο εκμαυλισμός από την
άνευ όρων παράδοσή μας στον καταναλωτικό ευδαιμονισμό».
«Σήμερα, σε μια κοινωνία που δυστυχώς παρ’ όλα τα
οικονομικά αδιέξοδα εξακολουθεί να έχει ως οντολογικό άξονα αναφοράς της την
καταναλωτική ευδαιμονία του χθες, σε μια κοινωνία στραγγισμένη από το
μεταφυσικό της νόημα, που εξακολουθεί να υποφέρει από καλπάζουσα ηθική και
πνευματική αναιμία, μόνο η αληθινή ελπίδα που μπορεί να εμπνεύσει τον λαό μας
και να φωτίσει τον δρόμο του, που ολοένα και περισσότερο σκοτεινιάζει είναι η
Παναγία μας. Είναι η Παναγία μας δια του Υιού της, γι’ αυτό και όλοι μας
οφείλουμε να επανασυνδέσουμε την ζωή μας με τον ίδιο τον Χριστό», υπογράμμισε.
«Γιορτή της Παναγίας,
σήμερα και ας καθαριστούμε όλοι από κάθε σωματικό και πνευματικό μόλυσμα. Ας
ξεριζώσουμε από μέσα μας κάθε φθόνο, μίσος και μνησικακία. Ας αγαπούμε ο ένας
τον άλλο όπως τον εαυτό μας, με όλη μας την ψυχή και με όλη μας την καρδία. Και
ακόμη, ας λουστούμε και εξαγνιστούμε μέσα στο λουτρό των μυστηρίων της Μετάνοιας
και της Εξομολόγησης, για να προσέλθουμε στο συμπόσιο της πίστεως και να
κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων, εις άφεσιν αμαρτιών και όχι προς τιμωρία
μας», τόνισε.
Κατακλείοντας τον μεστό θεολογικό του λόγο, ο
Μητροπολίτης Κύκκου Νικηφόρος επεσήμανε και τα εξής:«Αν έτσι συμπεριφερθούμε
όλοι, αγαπητοί χριστιανοί, τότε να είστε βέβαιοι ότι η κατά θεία παραχώρηση
γενομένη λαίλαψ μεγάλη ανέμου εν τω έθνει ημών θα συντμηθεί από τον Κύριο και η
συνταραχθείσα εθνική θάλασσα θα φιμωθεί και ο θυμόν πνεύσας άνεμος θα
καταπαύσει και γαλήνη μεγάλη θα έρθει στον τόπο τούτο της οδύνης και του
μαρτυρίου, στην νήσο αυτή των αγίων, των ηρώων και των μαρτύρων».
Αξίζει να σημειώσουμε,
τέλος, ότι τα αναλόγια των ιεροψαλτών κόσμησαν, για άλλη μια φορά, οι
καλλίφωνοι ιεροψάλτες της βυζαντινής χορωδίας της Μονής, οι οποίοι με την μελωδικότητά
τους χρωμάτισαν τις λατρευτικές συνάξεις κατανυκτικά.
Λουκά Α. Παναγιώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου