Ο άγιος
Θεοφάνης επίσκοπος Σολέας έζησε στα χρόνια της Ενετοκρατίας. Φαίνεται ότι
γεννήθηκε στη Λευκωσία κατά το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα. Αρχικά κάρηκε
μοναχός στην παλαίφατη βυζαντινή μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων στη
Λευκωσία. Ένεκα της αγιότητος του βίου του εξελέγη, παρά τη θέλησή του,
επίσκοπος Σολέας, με έδρα τότε το χωριό Λεύκα, όπως αφήνει να διαφανεί η Έκθεση
περί Κύπρου που αντιγράφηκε από τον Franc Bustron στις 13 Δεκεμβρίου 1538.
Ως γνωστόν
κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας η έδρα του αρχιεπισκόπου Κύπρου βρισκόταν
στη Σολιά εξαιτίας του συνεχιζόμενου καθεστώτος που είχε επιβληθεί από τους
Λατίνους και χαρακτηριζόταν από τις διώξεις της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας
της Κύπρου. Για αυτό μπορεί να θεωρηθεί ότι ο άγιος Θεοφάνης ο Β, επίσκοπος
Σολέας αποδεχόμενος, τελικά το αξίωμα του επισκόπου Σολέας, στην πραγματικότητα
γινόταν αρχιεπίσκοπος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου.
Μετά από ένα
σοβαρό επεισόδιο μεταξύ αυτού και του Οικονόμου της Επισκοπής, αποφάσισε να
παραιτηθεί του θρόνου. Συγκεκριμένα μια μέρα ο επίσκοπος Θεοφάνης κάλεσε τον
Οικονόμο και τον ήλεγξε για κάποιο σφάλμα του, αλλά αυτός, άνθρωπος αυθάδης και
θρασύς, χειροδίκησε κατά του επισκόπου του. Ο ταπεινός και πράος Θεοφάνης
βλέποντας το λίγο σεβασμό προς το πρόσωπό του και κρίνοντας τον εαυτό του
ανάξιο για το υψηλό επισκοπικό υπούργημα, ζήτησε από τους αντιπροσώπους των
Ενετικών Αρχών στο νησί να του επιτρέψουν την παραίτησή του από το θρόνο.
Παρά την
αρχική τους άρνηση, βλέποντας την επιμονή του αγίου, του έδωσαν την άδεια να
παραιτηθεί. Ο άγιος δεν επέστρεψε στο πολύβουο μοναστήρι των Μαγγάνων, αλλά
αποσύρθηκε σύμφωνα με την παράδοση στη Μονή της Παναγίας της Αγρίας, κοντά στο
Μηλικούρι. Αργότερα έφυγε από τα όρια της Μητροπόλεώς του, και πήγε στην αρχαία
Μονή του Αγίου Ιωάννη στο Μέσα Ποταμό, παρά το Μονιάτη (τότε ανήκε στη
δικαιοδοσία της Ιεράς Μητροπόλεως Κιτίου, σήμερα υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη
Λεμεσού), όπου έζησε «... μοναχός του, εις τα βουνά αναχωριτικήν ζωήν, ώστε
όπου απέθανε». Ο άγιος διέμενε σε σπήλαιο, περί τα 70 μέτρα προς τα βόρεια της
Μονής, στην τοποθεσία που μέχρι σήμερα ονομάζεται «Μονή του Γουμένου».
Ενώ ήταν εκεί
στην Μονή ο άγιος είδε κάποια νύκτα όνειρο, ότι κάποιος φίλος του τού έφερε ένα
δοχείο με μέλι, πράγμα που πραγματοποιήθηκε την επόμενη ημέρα. Ευχαρίστησε το
φίλο του για το δώρο που του έφερε και «πιάνοντας γιαμα την ξέσταν με όλο το
μέλι, την εκτύπησε εις τον τοίχον» λέγοντας του ότι δεν ήθελε να συνηθίσει να
πιστεύει, με σατανική ενέργεια, στα όνειρα. Αφού λοιπόν έφθασε σε μέτρα
τελειότητος, κοιμήθηκε ειρηνικά το 1550, αφήνοντας φήμη αγίου ανδρός.
Μετά την
κοίμηση του αγίου, οι κάτοικοι του παλιού οικισμού της Τζεράμης έκτισαν
εκκλησία στο όνομά του. Όταν ανοίχθηκε ο τάφος του οσίου 5 ή 6 χρόνια μετά τον
θάνατο του, το λείψανό του βρέθηκε να ευωδιάζει. Στη συνέχεια το ιερό λείψανο
μεταφέρθηκε στο καθολικό της μονής και εναποτέθηκε ευλαβικά στο νάρθηκα. Η
τίμια κάρα του Αγίου που διατηρούσε ακόμη τις σάρκες, τοποθετήθηκε από τους
μοναχούς σε αργυρή λειψανοθήκη μέσα στο ναό και αναφέρεται ότι ενεργούσε
ποικίλα θαύματα.
Τα στοιχεία αυτά
του βίου του Αγίου Θεοφάνους, μας διέσωσε ο Στέφανος Λουζινιανός, που ήταν σύγχρονος
του, στα έργα του (Chorograffia et breve
historia universale dell isola de
Cipro, Bologna 1573, φυλ. 26v-27r, παρ. 122 και
Description de
toute ile de
Chypre, Paris 1580, φυλ. 59v-60r).
Tόσον ο
Νεόφυτος Ροδινός (Περί Ηρώων, Στρατηγών, Φιλοσόφων, Αγίων και άλλων ονομαστών
ανθρώπων , όπου ευγήκασιν από το νησί της Κύπρου, έκδ. Γ. Βαλέτα, Αθήνα
1979,σελ.186-187 παρ.113-114) όσον και ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός (Ιστορία
Χρονολογική της νήσου Κύπρου, Βενετία 1788, έκδ. Ν. Καταλάνος και Π.
Μιχαηλίδου, Λευκωσία (2)1902,σελ. 523), οι οποίοι αντιγράφουν τον Λουζινιανό,
συνέβαλαν και αυτοί με τα έργα τους, στη διάδοση της τιμής του Αγίου στα
δίσεκτα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ο άγιος εορτάζετο και στην κοινότητα των
Τριών Ελιών Μαραθάσας, της καθ' ημάς Ιεράς Μητροπόλεως όπου ανευρέθη φορητή
εικόνα του Αγίου του 1679, έργο του ιερομονάχου Λεοντίου από τη Λεμεσό.
Η Εκκλησία
τιμά τη Μνήμη του στις 17 Μαΐου.
Χριστόδουλου
Χατζηχριστοδούλου,
Βυζαντινολόγου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου